31.1.13

Αιθεροβάμων


Όσο υπάρχει χαρτί και γραφική ύλη οι άνθρωποι θα γράφουν και θα συνθέτουν (κι εμένα κανείς δεν θα μου πάρει τη γραφομηχανή από το παλαιοπωλείο αν δεν του το πω). Τις τελευταίες μέρες σκέφτομαι πόσο σπουδαία είναι κάποια πράγματα. Όπως η βαρύτητα ή η (γ)αστρονομία. Τα χρόνια περνάνε όμως και δεν γίνεται εγώ να κάθομαι και να σκέφτομαι τέτοιες πίπες. Περνάνε και με κόβουν. Πάνω στο δέρμα και ελάχιστα πιο μέσα. Αφήνω τους φόβους μου να σκονίζονται κλεισμένοι σε ένα κουτί από παπούτσια. Τι ωραίο συναίσθημα όταν βρίσκεις ξεχασμένα λεφτά σε τσέπες. Και πόσα άλλα ωραία υπάρχουν. Μειονεκτούν όμως. Αν παλιά προσπαθούσα να συνδέσω τα ασύνδετα, τώρα προσπαθώ να συνδέσω κομμάτια από διαφορετικά παζλ. Και το ξέρω, μερικά πράγματα πρέπει να λέγονται μόνα τους. Οι σάλτσες τα χαλάνε. Αλλά πως να το κάνουμε κάποιοι άνθρωποι γεννιούνται φλύαροι στη σκέψη. Πλάκα, πλάκα, είναι να τους αποφεύγεις αυτούς. Μόνο μπερδέματα ξέρουν να προκαλούν.

3.1.13

Και αυτό είναι όλο.


Τα πιο ωραία λόγια δεν γράφτηκαν από ερωτευμένα μυαλά.
Θα μεγαλώσουμε όμως μικρή μου. Γι' αυτό ανυπομονώ να μεγαλώσω. Για να μάθω τις σωστές λέξεις να περιγράψω αυτά που μέχρι τώρα μπορώ μόνο να νιώσω. Λέξεις όπως απορφανισμένος, και πλησίστιος. Να αποκτήσουν νόημα επιτέλους οι τελικοί σύνδεσμοι που χρόνια τώρα χρησιμοποιούσα χωρίς να το σκέφτομαι και πολύ. Ναι, εντάξει δεν ανοίγομαι. Σε έβλεπα να με ρωτάς και διέκρινες στο βλέμμα μου και στις αμήχανες μηχανικές κινήσεις μου πως δεν γνωρίζω καμία απάντηση, αλλά όπως πάντα προσπαθούσα να δώσω μια. Τις φορές που έκανες απόφαση να μου πεις καμιά κουβέντα είχες πάντα αυτό τον τρόπο τον μισό-σοβαρό, μισό-αστείο και στο τέλος πάντα μπερδευόμουν χειρότερα για το τι στο καλό μπορεί να συμβαίνει μέσα στο κεφάλι σου και τα ρέστα. Αυτό το ψυχρός και απόμακρος κάνει παρέα στη μοναχική σκιά μου. Μα πως στο καλό να το ξεφορτωθώ; Ξέρεις πως είναι να θέλεις και να μην μπορείς ε; Ξέρεις. Δεν ξέρεις; Έλα αφού ξέρεις. Εσύ που λες πως τίποτα δεν έχω ζήσει και τίποτα δεν έχω νιώσει. Όμως εγώ μόνο δεν πρόλαβα να τα ξεχάσω. Αλλά ξέρεις τι είναι χειρότερο; Που σε φτάνουν στο σημείο να αναρωτιέσαι αν πρέπει να αποδεχτείς αυτό που είσαι ή αν θα πρέπει να προσπαθείς να το αλλάξεις εφόσον ξέρεις πως δε σου αρέσει. Εσένα. Για σένα. Ασχέτως τι λένε οι άλλοι. Γάμα τους τους άλλους. Στα αρχίδια σου. Εκεί όμως κάπου ξεφεύγει το θέμα και εξατμίζεται η ουσία επειδή οι περισσότεροι άνθρωποι φαντάζονται τους εαυτούς τους όπως θα ήθελαν να είναι και όχι όπως πραγματικά είναι. Και άπαξ και μπεις σε αυτό το τριπάκι και αρχίσεις να το σκέφτεσαι γεμίζεις ανασφάλειες. Είναι η μαλακία που κουβαλάει κάθε ιδέα μαζί της. Έτσι και κάποιος μαλάκας (ο συγγραφέας αυτού του κειμένου φερ' ειπείν ) σου φυτέψει την ιδέα στο κεφάλι, μετά δεν σταματάς να τη σκέφτεσαι ενώ αν την σκεφτείς από μόνος σου είναι ευκολότερο να την αποβάλλεις. Είναι που ήρθαν Χριστούγεννα όμως, και που μια μέρα πριν τη συντέλεια του κόσμου θα ήμουν καθ' οδόν για Θεσσαλονίκη μα τελικά κέρδισα μια βδομάδα ακόμη στον προηγούμενο παλιόκοσμο. Και που φέτος έμαθα ότι οι πεταλούδες το χειμώνα συχνάζουν στους οίκους τελετών και όλα αυτά μου φέρνουν μια μελαγχολία που με εμποδίζει να αφήσω τη σκέψη μου ελεύθερη να με οδηγήσει σε μέρη ανεξερεύνητα που δεν έχω πάει και που κατά πως φαίνεται θα αργήσω πολύ να πάω και αυτό είναι όλο.