14.10.12

1

Αφαιρούμαι συχνά ξέρεις. Και μετά αρχίζω να διαιρούμε. Σε κομμάτια. Πολλά κομμάτια. Άνισα. Και μοιράζομαι. Μα ποτέ δεν πολλαπλασιάζομαι. Γιατί τα κομμάτια είναι κλώνοι μου όχι γόνοι μου και αυτά όπως και εγώ δεν έχουν την παραμικρή επιθυμία να πολλαπλασιαστούν. Και προσθέτω σε μένα και στους κλώνους μου αλλά δεν προσθέτομαι. Παραμένω ένας άσος. Αφαιρούμαι. Και φτιάχνω χαλβά σιμιγδαλένιο με τριμμένο παξιμάδι αντί για σιμιγδάλι. Δηλαδή φτιάχνω παξιμαδένιο χαλβά. Που φυσικά δεν πήζει ποτέ και έχει ένα σκατί χρώμα σαν την κουράδα που με περηφάνια άφησα ελεύθερη νωρίς το πρωί. Μου τη δίνουν οι Κυριακές. Είναι μέρες που σπάνια μου συμβαίνει κάτι αξιόλογο. Και δεν μπορώ να κάνω τίποτα αξιόλογο από μόνος μου στη σκέψη και μόνο ότι η αυριανή μέρα είναι Δευτέρα. Τουλάχιστον την βγάζω σπίτι τζάμπα. Τα όνειρα της Κυριακής κοστίζουν ακριβά.
111111

6.10.12

02:08

Δύσκολοι καιροί και συγκινήσεις ατέρμονες με περιμένουν. Καιροφυλακτούν. Για να με βρουν στην αποβάθρα από όπου έφυγα και πάντα θα γυρίζω. Οι Ερινύες θα με κυνηγάνε σε μια ζωή με διάρκεια τραγουδιού γιατί δεν μέτρησα σωστά τα βήματα μου. Γιατί δε μέτρησα σωστά τα βήματα μου; Και τώρα βγήκα λίγο μπρος ή λίγο πίσω απ' τους υπόλοιπους. Εκεί. Να προσπαθώ απελπισμένα και ανεπιτυχώς να συγχρονιστώ με τους υπόλοιπους. Μοναχικό βαγόνι που λάσκαρισε η βίδα του και ξεκόλλησε. Απ' τα υπόλοιπα. Και προς σε αυτά με όση φόρα του 'χει απομείνει. Σε σκουριασμένες ράγες να τρίβονται οι ρόδες του, ώσπου οριστικά και αμετάκλητα μια ώρα συνηθισμένη σαν κι αυτή να σταματήσω.