14.6.13

Εξόφληση.


Τα κουνούπια δε μετανάστευσαν φέτος. Χώμα και ζέστη. Αυτό θέλουν. Γιατί να φύγουν; Εγώ γιατί έφυγα; Άφησα τη βάση μου και κινδυνεύω να τη χάσω. Αν δεν την έχασα ήδη δηλαδή. Είναι μεγάλη πλάνη να νομίζεις ότι οι βάσεις είναι σταθερές. Χωρίς εσένα οι βάσεις σου διαλύονται σαν παλάτια στην άμμο.

Μείναμε τώρα οι δύο μας. Εμείς και τα κουνούπια. Επιτέλους. Μα τώρα δεν θέλω πια να σου πω τίποτα. Τότε που ήθελα, έκανες πως κοιτούσες αλλού. Τώρα το κατάλαβα ότι εμένα κοιτούσες με την άκρη του ματιού σου. Δεν θέλω να πω τίποτα σε κανέναν. Βαρέθηκα να εξηγώ και να εξηγώ και να εξηγώ. Να βάλουν και λιγάκι το ξερό τους να δουλέψει. Κουράστηκα. Δεν μ' αρέσει που το λέω, αλλά αυτό νιώθω. Και το λέω.

Απλά εκλείπουν αυτές οι αβίαστες συζητήσεις που είχαμε κάποτε. Μας ένοιαζε τόσο να μιλήσουμε, να πούμε τη γνώμη μας να εξηγήσουμε γιατί εμείς το βλέπουμε μαύρο με άσπρες ρίγες ενώ αυτοί άσπρο με μαύρες ρίγες. Βιαστήκαμε να ερμηνεύσουμε τον κόσμο με τις θεωρίες μας και τώρα ο κόσμος δεν μας χωράει. Έχουμε ξεπεράσει το στάδιο του κυνισμού για τα πάντα. Κάναμε το βήμα  και τώρα είναι όλα αδιάφορα. Κι ενώ υπάρχουν τόσα μέρη που δεν έχουμε δει, και τόσοι που δεν έχουμε γνωρίσει, είναι σαν να μην μας εκπλήσσει τίποτα πλέον. Ό,τι καινούριο και διαφορετικό ζούμε το φιλτράρουμε μέσα από το τενεκεδένιο αντικολλητικό καλούπι της σκέψης μας και στο τέλος βγαίνει άδειο και στεγνό σαν σουφλέ σοκολάτας που παραψήθηκε. Και φαίνονται όλα άσχημα σαν τον πίνακα που ζωγράφισες σήμερα το πρωί. Πόσος καιρός πάει που σου ζήτησα να ζωγραφίσεις ένα άφυλλο δέντρο στον τοίχο της κουζίνας;

Κάποιος είπε «Είσαι αυτό που αγαπάς, όχι αυτό που σ'αγαπάει.» Με σκάλωσε αυτός ο κάποιος.
Μάταια προσπαθώ να το αναλύσω. Δεν αναλύεται άλλο. Τελειώνει εκεί ακριβώς στην τελεία. Γιατί τις άφηνα να περνάν απαρατήρητες τις τελείες; Ήταν πάντα εκεί κι εγώ έκανα πως δεν τις έβλεπα.
Έτσι για να έχω να σου λέω και να έχουμε να αναλύουμε. Και τώρα τι μας έμεινε; Ένας μισθός που δεν μας φτάνει για να φάμε, οπότε καλύτερα που τον ξοδεύουμε στα ποτά στο μπαράκι που δεν
συχνά-ζούμε.
Και ακόμη πιο συχνά-δεν-ζούμε.

Κομματάκι νωρίς δεν ξοφλήσαμε;

4 λέξεις :

Summertime Blues είπε...

μπορεί και να μην έχει και τόσο δίκιο ο τύπος. είμαστε κατά πολύ αυτό που μας αγαπάει. μακάρι ένα απ αυτά να ήταν κι εαυτός μας.
μπαράκια;;;;;
θα κλάψω.

και πράσινα άλογα είπε...

Ο τύπος μιλούσε για την αγάπη χωρίς αντάλλαγμα. Το να αγαπάς δηλαδή και να είσαι ευτυχισμένος που μπορείς και αγαπάς κάτι άσχετα αν αυτό το κάτι δεν σου δίνει την παραμικρή σημασία ή ακόμη χειρότερα σε κοροϊδεύει. Οπότε είσαι αυτό που μπορείς κι αγαπάς γιατί αν περιμένεις το "αυτό" να σ' αγαπήσει την έβαψες.

Τι το λυπηρό έχουν τα μπαράκια και σε κάνουν να θέλεις να κλάψεις;

*Loli είπε...

*στις αγαπες μας που ξοφλησαν http://www.youtube.com/watch?v=vHT2qCqoTH0&feature=share

Unknown είπε...

πόσο σωστά τα λες. μάλλον τα γράφεις.
υποκειμενικά όλα τέλος πάντων
το αντικειμενικο;
ξοφλήσαμε οπότε καβάλα.

Καρολίνα
http://mcarol1990.blogspot.gr