19.7.13

Παρείσφρηση.

Γυρίζω στο πατρικό μου. Πτώμα απ' το ταξίδι. Τα πράγματα στο δωμάτιο μου είναι όπως ακριβώς τα άφησα και κάνω μπάνιο με παντεν για τέλειες μπούκλες. Ξεφτιλίκι. Πόσο μπαμ κάνει ότι δεν ζω πια εδώ;  Αλλά έτσι είναι. Την έχω πάρει πρέφα εγώ τη ζωή μου. Θα τη φάω όλη σκοντάφτοντας πάνω σε βαλίτσες γεμάτες ρούχα και βιβλία. Αυτό.

Έκανα βλέπεις τη μαλακία και έφτιαξα τα όνειρα μου γυάλινα για να είναι γυαλιστερά και να λαμποκοπούν και τώρα τα μαζεύω με σκούπα και φαράσι γιατί γίνανε θρύψαλα. Το ξύλο είναι το υλικό της ευτυχίας. Μπορεί να φθείρεται, αλλά όσο κι αν το κόψεις -και πριονίδι να μείνει που λέει ο λόγος- θα έχεις κομματάκια ευτυχίας που μπορείς να τα ρίξεις τουλάχιστον στο τζάκι της ψυχής σου να τη ζεστάνεις λιγάκι. Τα σπασμένα γυαλιά όμως, μόνο ανακύκλωση μπορείς να τα κάνεις και τα ανακυκλωμένα όνειρα βουλιάζουν σαν χάρτινες βαρκούλες στην μπανιέρα. Τελικά, τα καταπίνεις να μην δουν οι άλλοι τη ζημιά και γεμίζει το μέσα σου με ένα σωρό πληγές απ΄τα κοψίματα. Βρε δεν πάνε όλα στο διάολο. Δεν ήρθε η ώρα μου εμένα. Έχω μπόλικα ψωμιά να φάω και όνειρα να σπάσω ακόμα.

Κάπως έτσι παρεισέφρησα στην παλιά μου ζωή και αυτό το καλοκαίρι και κάθε επόμενο, όλο και περισσότερο θα μοιάζω με εισβολέα (ή επισκέπτη δεν ξεχωρίζω πιο είναι χειρότερο).