Στεκόταν εκεί, μόλις που ακουμπούσε στην κολόνα του δρόμου, που η φθορά κοιμόταν επάνω της χρόνια τώρα, κι όμως ένιωθε ότι ήταν έτοιμη να τον πλακώσει. Και θα ήταν ίσως η σωτηρία γι' αυτόν. Το μυαλό του δεν περιπλανιόταν πουθενά, ήταν κι αυτό εκεί, δίπλα στην κολόνα, φθαρμένο κι αυτό. Η νύχτα ήταν δροσερή. Φυσούσε εκείνο το αεράκι που δεν ήταν όμως αρκετά δυνατό για να διώξει τα σύννεφα από το πρόσωπό του.
Χαμένος καθώς ήτανε, βαριά η ανάσα του, ξεψύχησε.
Χαμένος καθώς ήτανε, βαριά η ανάσα του, περπάτησε. Βαρύ το βήμα του. Σταμάτησε. Κοίταξε γύρω του. Χαμογέλασε. Πάντα μου έλεγε πόσο πολύ του αρέσει να περπατάει και να χάνεται, να μην ξέρει που βρίσκεται, να εξερευνεί το μέρος και να βρίσκει τρόπο να γυρίσει. Ναι να «εξερευνεί» έτσι ακριβώς μου το είχε πει. Αλλά που να γυρίσει; Δεν θυμόταν, δεν ήθελε να θυμάται, δεν ήθελε να ξεχάσει.
Χαμένος καθώς ήτανε βαριά η ανάσα του, περπάτησε. Βαρύ το βήμα του. Γονάτισε. Δεν πίστευε. Ποτέ δεν πίστεψε, εκείνη τη στιγμή όμως ήταν αδύναμος και άρχισε: «Ιησούς Χριστός νικά κι όλα τα κακά σκορπά». Σκέφτηκε. Οι περισσότεροι «πιστοί» θα ξεχνούσαν να προσευχηθούν σε μια τέτοια στιγμή, απλά δε θα τους περνούσε απ' το μυαλό. Σταμάτησε. Δυο φώτα μακρινά τον τύφλωσαν. Νόμισε για μια στιγμή πως πέρασε στην άλλη όχθη.
-Παππού εσύ είσαι; Τον βρήκαμε! Τον βρήκαμε!
Χαμένος καθώς ήτανε, βαριά η ανάσα του, ξεψύχησε.
Χαμένος καθώς ήτανε, βαριά η ανάσα του, περπάτησε. Βαρύ το βήμα του. Σταμάτησε. Κοίταξε γύρω του. Χαμογέλασε. Πάντα μου έλεγε πόσο πολύ του αρέσει να περπατάει και να χάνεται, να μην ξέρει που βρίσκεται, να εξερευνεί το μέρος και να βρίσκει τρόπο να γυρίσει. Ναι να «εξερευνεί» έτσι ακριβώς μου το είχε πει. Αλλά που να γυρίσει; Δεν θυμόταν, δεν ήθελε να θυμάται, δεν ήθελε να ξεχάσει.
Χαμένος καθώς ήτανε βαριά η ανάσα του, περπάτησε. Βαρύ το βήμα του. Γονάτισε. Δεν πίστευε. Ποτέ δεν πίστεψε, εκείνη τη στιγμή όμως ήταν αδύναμος και άρχισε: «Ιησούς Χριστός νικά κι όλα τα κακά σκορπά». Σκέφτηκε. Οι περισσότεροι «πιστοί» θα ξεχνούσαν να προσευχηθούν σε μια τέτοια στιγμή, απλά δε θα τους περνούσε απ' το μυαλό. Σταμάτησε. Δυο φώτα μακρινά τον τύφλωσαν. Νόμισε για μια στιγμή πως πέρασε στην άλλη όχθη.
-Παππού εσύ είσαι; Τον βρήκαμε! Τον βρήκαμε!
2 λέξεις :
Ωραίος παππούλης.
Απλώς ωραίος?Φοβερός!Και ο δικός μου τέτοιος ήταν.Πολύ θαυμάζω τους ανθρώπους που αγαπούν τη ζωή και γαντζώνονται σε αυτή με νύχια και με δόντια.Και ο εν λόγω κύριος τέτοιος μου κάνει.Δεν έχει σημασία από πού αντλεί την πίστη του,γιατί για μένα τουλάχιστον αυτός ο παππούλης πιστεύει στην ανεκτίμητη αξία του ζην.
Δημοσίευση σχολίου