Και με κόπο. Είναι βέβαια καιρός τώρα που δεν το νιώθω σπίτι μου. Δεν θυμάμαι καν πότε ήταν η τελευταία φορά που ένιωσα ότι είμαι σπίτι. Έχει υπάρξει όμως αυτή η φορά, έτσι δεν είναι; Πρέπει να είναι έτσι. Έχω μπει σε πολλά σπίτια από τότε που άρχισα να περπατάω. Τα πιο πολλά φιλόξενα. Με λουλούδια σε βάζα ή σε κήπους. Με τραγούδια σε ραδιόφωνα ή σε στόματα. Με λύπες φωλιασμένες σε ψυχές ή τοίχους σαν τη μούχλα. Και με χαμόγελα ζωντανά ή κρεμασμένα. Αλλά ανάθεμα αν σε ένα από αυτά ένιωσα πραγματικά ασφαλής. Είναι κατόρθωμα να βρεις ένα μέρος μόνο δικό σου. Μάλλον, μόνο για σένα. Να είσαι ήρεμος σ’ αυτό, πέρα για πέρα. Να μην έχει καθρέφτες το μέρος. Να μπορείς να δεις τον εαυτό σου πάνω σε κάθε επιφάνεια. Όλα εκεί να φωνάζουν το όνομα σου. Και το επίθετο. Και να μπορείς να είσαι εκεί χωρίς κάποιου είδους ένδυμα. Να φανερώνεσαι με όλη σου τη γύμνια μπροστά στα αντικείμενα. Ένα υποκείμενο. Αυτό να είσαι. Κι ας είσαι σε ένα παγκάκι στην άλλη άκρη της πόλης. Κι ας είσαι σε μια βάρκα δεμένη χρόνια στο λιμάνι. Κι ας είσαι σε ένα μπαρ ή σε ένα χαρτόκουτο στην άκρη του δρόμου. Κι ας είσαι απλά σε ένα σπίτι. Είναι κατόρθωμα σου λέω. Υπάρχουν άνθρωποι που περνάνε τη ζωή τους σε πατρίδες άλλων νιώθοντας μονίμως ξενιτεμένοι.
Μια άλλη άποψη πιο επιφανειακή μεν, αλλά αληθινή σε βάθος:
Άμα μπορείς να σηκωθείς μέσα στη μαύρη νύχτα και με τα φώτα σβηστά, να πας στην τουαλέτα και να μη στουκάρεις πουθενά τότε ναι, μάλλον είσαι σπίτι σου.